Ιστορία Νησιού
Η ΚΡΗΤΗ, ΔΙΑΜΑΝΤΙ ΠΟΥ ΛΑΜΠΥΡΙΖΕΙ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ, ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΜΑ ΤΟ ΝΟΤΙΟΤΕΡΟ ΣΥΝΟΡΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ. ΣΥΝΔΥΑΖΕΙ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ.
3000 - 1200 BC
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η Κρήτη ήταν η γενέτειρα του πρώτου Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, του Μινωικού, που ήκμασε μεταξύ 3000 π.Χ. και 1200 π.Χ. κυρίως στην Κεντρική και Ανατολική Κρήτη. Ακόμη και σήμερα, τα επιβλητικά ανάκτορα της Κνωσού, της Φαιστού, των Μαλίων, της Ζάκρου, της Τυλίσου, των Αρχανών, του Μοναστηρακίου, του Γαλατά, της Κυδωνίας και οι πολυτελείς επαύλεις στην Αγία Τριάδα, στη Ζώμινθο, στην Αμνισό, στο Μακρύγιαλο, στο Βαθύπετρο, στο Νεροκούρο αντανακλούν τη λαμπρότητα του μινωικού πολιτισμού μέσα από τα αριστουργήματα της αρχιτεκτονικής, της αγγειοπλαστικής, της αργυροχρυσοχοΐας και της ζωγραφικής.
Ο μινωικός στόλος, ο ισχυρότερος στόλος στον τότε γνωστό κόσμο, όπως αποδεικνύουν τα διάφορα ευρήματα σε όλη τη Μεσόγειο, έφερε πλούτο στην Κρήτη από το εμπόριο του πασίγνωστου τότε κρητικού κυπαρισσιού και των αγροτικών προϊόντων. Καράβια κατασκευασμένα σε μεγάλα ναυπηγεία, όπως το ναυπηγείο των Αγίων Θεοδώρων στο Βαθειανό Κάμπο, απέπλεαν φορτωμένα με ξυλεία, μέλι, κρασί, αγγεία και λάδι από τα λιμάνια της Ντίας, του Κατσαμπά, του Κομού, της Ζάκρου, της Ψείρας, του Μόχλου, της Νίρου, του Πετρά προς όλες τις κατευθύνσεις της Μεσογείου και πιθανώς ως και τη Σκανδιναβία.
Οι γυναίκες ήταν ισότιμες με τους άντρες και έπαιρναν μέρος στις θρησκευτικές τελετές, στα αγωνίσματα, στο κυνήγι, στο θέατρο, στο χορό, κλπ. Αριστουργήματα οικοδομικής αρχιτεκτονικής, ζωγραφικής, γλυπτικής και αργυροχρυσοχοΐας εξακολουθούν να εμπνέουν ακόμη και το σύγχρονο πολιτισμό. Μέρος του πολιτισμού ήταν η γραφή της Γραμμικής Α και αργότερα η Γραμμική Β, που κατέγραφε την Ελληνική Γλώσσα. Ακόμη και σήμερα, ο δίσκος της Φαιστού αποτελεί ένα από τα γνωστότερα μυστήρια της αρχαιολογίας, αφού η αποκρυπτογράφηση των σημείων του παραμένει ένας γρίφος.
Η λατρεία της Θεάς Μητέρας κυριαρχούσε στη θρησκευτική παράδοση των Μινωιτών, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν ως χώρους λατρείας πολλά σπήλαια και τις κορυφές των βουνών. Προσκυνητές, από όλα τα μήκη του νησιού, ανέβαιναν στο ιερό βουνό του Γιούχτα για να αποθέσουν τα αφιερώματά τους, τάματα με επιγραφές μινωικές και πήλινα εδώλια, στο ιερό κορυφής ή στο σπήλαιο του Χωστού Νερού. Ιερά κορυφής υπήρχαν και σε άλλες κορυφές, όπως του Βρύσινα, του Πετσοφά, του Τραόσταλου, της Ζου, του Καρφιού. Εξέχουσα θέση στη λατρεία του Δία είχαν τα σπήλαια του Ψυχρού στο όρος Δίκτη και του Ιδαίου Άντρου και των Καμαρών στον Ψηλορείτη.
3000 - 1200 BC
Η ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Η ακμή των μεγάλων μινωικών ανακτόρων και των επιβλητικών κατασκευών συντελέστηκε από το 2000 π.Χ. έως το 1400 π.Χ.. Το 1700 π.Χ. οι μινωικές πόλεις ισοπεδώθηκαν από κάποιον αστάθμητο παράγοντα, πιθανώς την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης. Τα ανάκτορα ξανακτίστηκαν λαμπρότερα, αλλά η καταστροφή των μεγάλων μινωικών κέντρων από τους Μυκηναίους περίπου το 1400 π.Χ. ήταν η απαρχή της παρακμής.
Η μινωική κοσμοκρατορία κλονίστηκε ανεπανόρθωτα, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να επανακάμψει και να σβήσει στους επόμενους αιώνες, επιτρέποντας στους Αχαιούς και στους Δωριείς να κατακτήσουν το νησί. Οι κάτοικοι των παραθαλάσσιων περιοχών, που για πρώτη φορά ένιωσαν την απειλή να κυριεύει το νησί τους, αποσύρθηκαν στις πλέον αφιλόξενες και απόκρημνες κορυφές. Τότε ξεκίνησε η λεγόμενη Σκοτεινή Περίοδος (1200 π.Χ. – 800 π.Χ.), κατά την οποία κτίστηκαν πόλεις στα πιο δύσβατα και φυσικά οχυρωμένα σημεία.
Ακόμη και σήμερα δεν έχει εξακριβωθεί τι ανάγκασε τους Μινωίτες να εγκαταλείψουν την εύφορη γη τους και να κτίσουν απόρθητες πόλεις σε ανεμοδαρμένες κορυφές, όπως το επιβλητικό Καρφί, το Φλεκτρό, το Κάστρο Καβουσίου, ο Αζοριάς, ο Βροντάς, η Καστροκεφάλα, το Κυριμιανού, η Φρατιανή Κεφάλα και άλλες.
800 BC - 69 AD
ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΟΡΩΜΑΪΚΗ ΚΡΗΤΗ
Κατά τη Σκοτεινή Περίοδο, η διαβίωση σε τόσο δυσπρόσιτες περιοχές ήταν τόσο σκληρή, που σε λίγους αιώνες οι οικισμοί αυτοί ήταν λογικό να παρακμάσουν και να χαθούν. Την ίδια περίοδο, οι Αχαιοί και οι Δωριείς άνοιξαν το δρόμο για την άνθιση του Κλασσικού Ελληνισμού. Εισήχθησαν νέα έθιμα, όπως η χρήση σιδήρου, η καύση των νεκρών και νέοι τρόποι ένδυσης.
Η «εκατόπολη» Κρήτη του Ομήρου, άρχισε σιγά σιγά να επανέρχεται στο προσκήνιο, η Κνωσός ισχυροποιείται διοικητικά και αναπτύσσονται νέες εντυπωσιακές πόλεις, όπως η Ιεράπυτνα, η Ίτανος κοντά στο Βάι, η Αξός στην επαρχία Μυλοποτάμου, η Πραισός, η Σίβρυτος, η Δρήρος, η Ριζηνία, ο Τρυπητός, και πολλές άλλες. Μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Ρωμαίους, το 69 μ.Χ., πρωτεύουσα του νησιού ορίστηκε η Γόρτυνα, η οποία μάλιστα εξελίχτηκε σε πρωτεύουσα των ρωμαϊκών επαρχιών της Κρήτης και της Κυρηναίας. Η πόλη, όπως μπορεί να δει ακόμη και σήμερα ο επισκέπτης, είχε επιβλητικά συγκροτήματα λουτρών, θέατρα, στάδιο, ιππόδρομο, ακρόπολη και ναούς ενώ λιμάνια της ήταν τα Μάταλα, η Λασαία και η Λεβήνα στο Λέντα.
Εκτός από τη Γόρτυνα, πολλές άλλες πόλεις γνώρισαν άνθιση, με τις πιο εντυπωσιακές αρχαιολογικές τοποθεσίες να είναι σήμερα η Ελεύθερνα, η καλά οχυρωμένη Πολυρρήνια, η Ιεράπυτνα, η Λύττος, η Έλυρος, η Άπτερα, η Λάππα, η Ολούς, η Λατώ και η Πριανσός. Με την ίδρυση κρητικών αποικιών στη Σικελία, στη Μασσαλία και στην Κυρήνη τον 7ο αιώνα π.Χ., το εμπόριο άνθισε ξανά και πολλά λιμάνια ξεπέρασαν σε ισχύ τις πόλεις που εξυπηρετούσαν ως επίνεια. Λιμάνια που μετεξελίχθηκαν τότε σε σημαντικές πόλεις ήταν η Φαλάσαρνα, η Λισσός, η Χερρόνησος, η Λατώ προς Καμάρα, η Ίνατος και άλλα.
63 - 65 AD
Η ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ
Στο ταξίδι του προς τη Ρώμη, ο Άγιος Παύλος σταμάτησε στην Κρήτη και διακήρυξε τον Χριστιανισμό, ανάβοντας τη φλόγα μιας αιωνόβιας ασκητικής παράδοσης, σημάδια της οποίας συναντάμε και σήμερα στα ερημητήρια των Αστερουσίων. Περιοχές από όπου σύμφωνα με την παράδοση πέρασε ο Άγιος Παύλος και ο Όσιος Ιωάννης ο Ξένος, μετατράπηκαν γρήγορα σε ζωντανές ασκητικές κοινότητες. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν ακόμη και σήμερα τα ιερά ερημητήρια των Αστερουσίων και του Ακρωτηρίου Χανίων.
Το νησί έγινε ένα σπουδαίο χριστιανικό κέντρο, όπως αποτυπώνεται στα εκατοντάδες θρησκευτικά μνημεία, που είναι διάσπαρτα παντού. Οι παλαιοί ναοί του Δωδεκάθεου μετατράπηκαν σε μεγαλοπρεπείς βασιλικές και τα ιερά σπήλαια έγιναν εκκλησίες. Λείψανα των παλαιοχριστιανικών βασιλικών, που ακόμη και σήμερα προκαλούν δέος για το μέγεθός τους, συναντά κανείς διάσπαρτα σε όλο το νησί. Εκτός από τη μεγαλειώδη βασιλική του Αγίου Τίτου στη Μητρόπολη, σώζονται ίχνη ανάλογων θρησκευτικών μνημείων στη Χερσόνησο, στο Φραγκοκάστελο, στην Ελούντα, στην Αλμυρίδα, στο Πάνορμο, στα Γουλεδιανά, στη Σούγια, στην Ελεύθερνα και αλλού.
1204 – 1669
Η ΠΟΡΕΙΑ ΩΣ ΤΗΝ ΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ
Την ακμάζουσα πορεία της χριστιανικής Κρήτης υπό την προστασία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας διέκοψε βίαια η κατάληψή της από τους Άραβες το 824 μ.Χ.. Οι νέοι κύριοι του νησιού έκαναν το Χάνδακα, το σημερινό Ηράκλειο, τη βάση τους για τις πειρατικές επιθέσεις τους στη Μεσόγειο Θάλασσα. Έπειτα από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες, οι Βυζαντινοί κατάφεραν να την απελευθερώσουν το 961, με αρχηγό τον μετέπειτα αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά, δίνοντας νέα πνοή στη Βυζαντινή παράδοση της Κρήτης.
Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, νέοι κυβερνήτες της Κρήτης έγιναν οι Ενετοί μέχρι το 1669. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Κρήτη γνώρισε μια εξαιρετική οικονομική και πνευματική ευημερία, χωρίς να λείπουν οι εκδηλώσεις επαναστατικών κινημάτων από το ντόπιο πληθυσμό. Οι μεγάλες πόλεις ανακατασκευάστηκαν, στολίστηκαν με εξαιρετικά μνημεία και οχυρώθηκαν με τεράστια τείχη. Παράλληλα, οι τέχνες έφτασαν στο απόγειό τους, με σπουδαίες προσωπικότητες από το χώρο της Αγιογραφίας, όπως ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (El Greco) και ο Μιχαήλ Δαμασκηνός.
Επίσης, η λογοτεχνία, η μουσική και το θέατρο γνώρισαν σημαντική άνθιση και παρήγαγαν πραγματικά αριστουργήματα, όπως είναι ο Ερωτόκριτος και η Ερωφίλη. Όλα αυτά διακόπηκαν βίαια το 1669, όταν ο Χάνδακας, το τελευταίο οχυρό στην Κρήτη, παραδόθηκε μετά από πολυετή πολιορκία στον Οθωμανικό ζυγό.
1669 – 1898
Η ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Τον 17ο αιώνα και αφού οι Οθωμανοί είχαν εξασφαλίσει τη διατήρηση της Κωνσταντινούπολης στα χέρια τους, έστρεψαν το βλέμμα τους σε νέες κατακτήσεις. Η Κρήτη απέκτησε κεντρικό ρόλο στην επεκτατική τους πολιτική, λόγω της στρατηγικής της θέσης στη Μεσόγειο. Μετά από σκληρές μάχες, οι Οθωμανοί το 1645 κατάφεραν να καταλάβουν τα Χανιά και το 1646 το Ρέθυμνο, αλλά το τελευταίο οχυρό, το Μεγάλο Κάστρο του Χάνδακα, παρέμεινε στα χέρια των Ενετών ως το 1669, όταν έπεσε από προδοσία μετά από 21 χρόνια πολιορκίας. Η παράδοση του Χάνδακα στους Οθωμανούς ήταν η αρχή μιας μαρτυρικής περιόδου για τους κατοίκους του νησιού.
Η σκληρή στάση των Οθωμανών απέναντι στο ντόπιο πληθυσμό οδήγησε τους Κρητικούς σε πολυάριθμες επαναστάσεις. Ειδικά με την απελευθέρωση της «Μητέρας Ελλάδας», μετά από αιώνες σκλαβιάς, οι Κρητικοί με περισσότερο πείσμα και αποφασιστικότητα μάχονταν για την ελευθερία τους. Κυρίως με την περίοδο της Μεγάλης Επανάστασης του 1866-69, με σημαντικότερα γεγονότα τα ολοκαυτώματα του Αρκαδίου και του Λασιθίου, η ελευθέρωση φαινόταν πιο κοντά από ποτέ. Χρειάστηκαν ακόμη μερικά δύσκολα χρόνια για να οδηγηθεί η Κρήτη στην αυτονομία της το 1898 και στην Ένωση με την Ελλάδα το 1913.
Ως Σήμερα
Η ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Την 1η Δεκεμβρίου του 1913, η Κρήτη εντάχθηκε πανηγυρικά στην υπόλοιπη Ελλάδα, εκπληρώνοντας το όνειρο όλων των Κρητικών για την πολυπόθητη Ένωση. Ήδη από την Ένωση της Κρήτης ξεχώρισε η πολιτική προσωπικότητα του Ελευθέριου Βενιζέλου από τα Χανιά, μετέπειτα πρωθυπουργού της Ελλάδας. Οι μάχες όμως των Κρητικών δεν τελείωσαν εδώ, αφού έμελλε η Κρητική ψυχή να δοκιμαστεί ξανά στη Μάχη της Κρήτης, το 1941, η οποία ήταν μία από την πλέον καθοριστικές του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, λόγω της στρατηγικής θέσης του νησιού στη Μεσόγειο.
Η Κρήτη για άλλη μια φορά αναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες της και ακόμη και σήμερα, υπάρχουν διάσπαρτα μνημεία σε κάθε γωνιά του νησιού για να θυμίζουν στον επισκέπτη τα δεινά του πολέμου και την αξία της ειρηνικής συμβίωσης των λαών. Σε όλες τις γωνιές της Κρήτης μπορεί κανείς να δει τις εγκαταστάσεις των Γερμανών για την υποστήριξη της πολεμικής τους μηχανής. Ερειπωμένα πολυβολεία βρίσκονται στα απόκρημνα ακρωτήρια του Λίθινου, της Σπάθας, του Αφορεσμένου, στο Ακρωτήριο Δράπανο, στον Πλατανιά, στον Πλακιά και σε πολλά άλλα μέρη. Ο επισκέπτης μπορεί να επισκεφτεί το Συμμαχικό Νεκροταφείο στη Σούδα και το Γερμανικό Νεκροταφείο στο Μάλεμε, στο σημείο που έγινε η Μάχη της Κρήτης.