Χλωρίδα
Για να καταλάβει κανείς τον πλούτο της κρητικής χλωρίδας και πανίδας αρκεί να αναλογιστεί ότι η Κρήτη έχει σχεδόν τόσα είδη και υποείδη φυτών (περίπου 1.750), όσα σχεδόν και ολόκληρη η Αγγλία (1.450), αν και η Κρήτη είναι 35 φορές μικρότερη. Ο πλούτος, όμως, αυτός δεν αποτυπώνεται μόνο στο συνολικό αριθμό, αλλά και στο ποσοστό του ενδημισμού, στον αριθμό δηλαδή των ειδών που φυτρώνουν μόνο στην Κρήτη και πουθενά αλλού στον κόσμο. Στην Κρήτη, ο αριθμός αυτός είναι περίπου 160 είδη και υποείδη, δηλαδή το 9% των ειδών χλωρίδας είναι μοναδικά.
Oι ανθρώπινες επεμβάσεις και ιδιαίτερα η βόσκηση, που αποτελεί μια παραδοσιακή δραστηριότητα στην Κρήτη, εδώ και χιλιάδες χρόνια, έχει ως αποτέλεσμα η κρητική χλωρίδα να έχει διαμορφωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να αντέχει σε αυτή τη δραστηριότητα. Έτσι τα περισσότερα φυτά φέρουν αγκάθια ή είναι είδη όπως το πουρνάρι (Quercus coccifera)και η αγριελιά (Olea europaea), που αντέχουν στη βόσκηση ή εμφανίζονται για μικρό χρονικό διάστημα ή είναι δύσγευστα και δεν μπορούν να καταναλωθούν από τα ζώα. Τα είδη της χλωρίδας που δημιουργούν δασικές εκτάσεις είναι λίγα και οι εκτάσεις αυτές δεν είναι εκτεταμένες, όπως για παράδειγμα στη Μακεδονία ή στην Ήπειρο. Ένας από τους λόγους είναι η επίδραση της βόσκησης, αλλά και τα κλιματικά χαρακτηριστικά του νησιού. Παρόλα αυτά όμως, εδώ βρίσκονται μερικοί από τους σπανιότερους οικότοπους ή ενδιαιτήματα στην Ευρώπη, όπως για παράδειγμα οι οικότοποι με φοίνικες του Θεόφραστου (Phoenix theophrasti).
Υπάρχουν, όμως, και οικότοποι με πολύ μικρή έκταση, όπως για παράδειγμα το εποχικό λιμνίο του Ομαλού, που αποτελούν μικρούς θύλακες εξαιρετικά πολύτιμης και σπάνιας βιοποικιλότητας. Από τα δασικά είδη, αυτά που κυριαρχούν στο νησί είναι το πεύκο (Pinus spp) και το κυπαρίσσι (Cupressus sempervirens), κωνοφόρα είδη με μεγάλη προσαρμοστικότητα στα ακραία περιβάλλοντα αλλά και το αειθαλές σφενδάμι (Acer sempervirens). Επιπλέον, συναντούμε την αμπελιτσιά (Zelkova abeliceae) ή «ανέγνωρο δένδρο», ένα από τα σπανιότερα δέντρα στον κόσμο, που φύεται σχεδόν αποκλειστικά στα Λευκά Όρη σε μικρούς πληθυσμούς.
Στα είδη της κρητικής χλωρίδας περιλαμβάνονται ο κρητικός έβενος (Ebenus cretica), ένας εντυπωσιακός θάμνος που ενδημεί μόνο στην Κρήτη, ο κρόκος των κρητικών ορέων (Crocus oreocreticus), που απουσιάζει όμως από τα Λευκά Όρη, η λαδανιά (Cistus creticus),ο θάμνος δηλαδή από τον οποίο συλλέγεται ο αλάδανος, η κρητική καμπανούλα (Campanula cretica), σπάνιο και πολύ όμορφο φυτό που συναντάται μόνο στα Χανιά, η πικροδάφνη (Nerium oleander), πανέμορφος και εντυπωσιακός θάμνος που φυτεύεται συχνά στις παρυφές των δρόμων, πολλά είδη πανέμορφων ορχιδεών και διάφορα άλλα φυτά.
Τα πλέον χαρακτηριστικά είδη της χλωρίδας του νησιού είναι τα αρωματικά φυτά, που λόγω των αιθέριων ελαίων που εμπεριέχουν, χρησιμοποιούνται ως συστατικά στη μαγειρική, στην παρασκευή αφεψημάτων αλλά και ως θεραπευτικά. Το θυμάρι (Corridothymus capitatus), το φασκόμηλο (Salvia futicosa), η μαλοτήρα (Sideritis syriaca spp. syriaca), ηαγριομαντζουράνα (Origanum microphyllum), το δίκταμο (Origanum dictamnus) είναι ορισμένα μόνο από αυτά που μπορεί να συναντήσει και, κυρίως, να μυρίσει, κανείς στο νησί.
Ο ΔΡΥΣ ΚΟΡΦΩΝ
Βρίσκεται κοντά στο χωριό Κορφές της επαρχίας Μαλεβιζίου του Ηρακλείου. Πρόκειται για αιωνόβιο δρυ με ιδιάζουσα βοτανική αξία που συνδέεται με ιστορικά γεγονότα της περιοχής.
ΤΟ ΚΡΗΤΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΝΘΗΡΟ, ΚΑΜΑΡΕΣ
Βρίσκεται στη θέση «Μάνα νερού» σε υψόμετρο 1.400 μέτρων κοντά στα χωριά Καμάρες και Βορίζα του Ηρακλείου.
Η προστατευόμενη περιοχή είναι ο βιότοπος του σπάνιου και απειλούμενου είδους ορχιδέας, που ονομάζεται κρητικό Κεφαλάνθηρο. Είναι ένα από τα πέντε είδη αυτού του γένους που φύονται στην Ελλάδα και είναι ενδημικό στην οροσειρά της Ίδης στην Κρήτη.